Πράσινη μετάβαση και δημόσιες επενδύσεις

Οι ευρωπαϊκές οικονομίες βρίσκονται αντιμέτωπες με την «τέλεια καταιγίδα» που προκαλεί η, χειρότερη από τη δεκαετία του 1970, ενεργειακή κρίση. Η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία επιτάχυνε τις τάσεις που παρατηρήθηκαν στα προηγούμενα χρόνια, κύρια της υπο-επένδυσης στους τομείς της ενεργειακής μετάβασης, την στιγμή μάλιστα που οι ενεργειακές ανάγκες συνέχιζαν να αυξάνονται. Σήμερα πρέπει να κινηθούμε ταχύτερα στην κατεύθυνση της πράσινης μετάβασης για την αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης και ταυτόχρονα της ενίσχυσης της ενεργειακής ασφάλειας και της ενεργειακής απεξάρτησης από τη Ρωσία. Και βέβαια αναζητείται η κατάλληλη ισορροπία ανάμεσα στην αναγκαία στήριξη των δοκιμαζόμενων οικονομιών (με προτεραιότητα στις πλέον ευάλωτες ομάδες) και της δημοσιονομικής βιωσιμότητας.

Πρέπει να υπογραμμιστεί ότι οι στόχοι της περιβαλλοντικής ισορροπίας και της οικονομικής μεγέθυνσης (μπορούν να) είναι συμπληρωματικοί. Στην πραγματικότητα, ο παραγωγικός μετασχηματισμός της οικονομίας στην κατεύθυνση της κλιματικής ανθεκτικής ανάπτυξης (climate resilient development) αποτελεί την αναγκαία συνθήκη επιβίωσης στις επόμενες δεκαετίες. Επ’ αυτού διατυπώνουμε τρεις σύντομες παρατηρήσεις:

Πρώτον, η επείγουσα αναγκαιότητα για την ενεργειακή θωράκιση της Ευρωπαϊκής Ένωσης δεν πρέπει να αναβάλλει φιλόδοξες πολιτικές για την αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης. Όπως επισημαίνει η Διακυβερνητική Έκθεση του ΟΗΕ για την Κλιματική Αλλαγή (Φεβρουάριος 2022), έχουμε μπροστά μας ένα σύντομο και διαρκώς περιοριζόμενο παράθυρο ευκαιρίας πριν οι επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής καταστούν μη αναστρέψιμες.

Δεύτερον, η πράσινη μετάβαση έχει σημαντικό κόστος καθώς απαιτούνται υψηλές δημόσιες και ιδιωτικές επενδύσεις. Υπολογίζεται πως μόνο οι επενδυτικές ανάγκες στο πλαίσιο της πράσινης μετάβασης πριν τη διαμόρφωση των νέων συνθηκών ανέρχονταν στο 2% του κοινοτικού ΑΕΠ. Οι κοινοτικοί πόροι συμβάλλουν στη χρηματοδότηση των πράσινων επενδύσεων. Η Ελλάδα κινητοποιεί σημαντικούς πόρους από το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας και την Πολιτική Συνοχής (συγχρηματοδοτούμενα προγράμματα ΕΣΠΑ) για την υλοποίηση του Εθνικού Σχεδίου για την Ενέργεια και το Κλίμα (ΕΣΕΚ), όπου δεσμεύουμε το 37% και το 30% των προϋπολογισμών του Σχεδίου Ελλάδα 2.0 και του νέου ΕΣΠΑ 2021-2027 αντίστοιχα. Το ελληνικό σχέδιο για το «πρασίνισμα» της οικονομίας επικεντρώνεται στην κυκλική οικονομία, την ορθολογική διαχείριση υδατικών πόρων, την προστασία της βιοποικιλότητας, την προώθηση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, την ηλεκτροκίνηση και τις «καθαρές» μεταφορές, την αντιμετώπιση της «ενεργειακής φτώχειας».

Τρίτον, είναι σημαντικό να αναδειχτεί ο ρόλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης στην αντιμετώπιση του ζητήματος της κλιματικής κρίσης. Όπως ορθά είχε παρατηρήσει ο Γάλλος Ζαν Μονέτ, η Ευρώπη σφυρηλατείται στις κρίσεις της. Και πράγματι, η κρίση της πανδημίας οδήγησε την Ευρωπαϊκή Ένωση σε μία μοναδική στιγμή καθώς η δημιουργία του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας συνιστά μία θαρραλέα κίνηση αμοιβαιοποίησης του χρέους. Συνακόλουθα αναμένουμε το σχεδιασμό και τη συγκεκριμενοποίηση μέτρων (όπως το σχέδιο REPowerEU) για την από κοινού αντιμετώπιση της ενεργειακής κρίσης αλλά και, σε δεύτερο χρόνο, την ουσιαστική έναρξη της συζήτησης για την ενεργειακή ένωση.

Συνοψίζοντας τα παραπάνω, η έγκαιρη συλλογική πολιτική δράση της Ε.Ε. για την αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης και των οικονομικών διαστάσεων της, με τον ολοκληρωμένο σχεδιασμό και την επαρκή χρηματοδότηση στοχευμένων πράσινων επενδύσεων μπορούν να συμβάλλουν αποτελεσματικά στον στόχο της βιώσιμης ανάπτυξης.

 

Άρθρο του Γενικού Γραμματέα Δημοσίων Επενδύσεων και ΕΣΠΑ στο Υπουργείο Ανάπτυξης και Επενδύσεων, Δημήτρη Σκάλκου στον Ψηφιακό Οδηγό του 12ου Annual Capital Link Sustainability Forum.

 

 

 

Μετάβαση στο περιεχόμενο