Δημόσιες επενδύσεις και αναπτυξιακή προοπτική

Το 2022 που μόλις ξεκινά είναι μια κρίσιμη χρονιά για τις ευρωπαϊκές οικονομίες. Αντιμέτωπες με τη διαχείριση της συνεχιζόμενης πανδημίας, οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις αναζητούν την ισορροπία ανάμεσα στην αναγκαιότητα της άμεσης στήριξης των επιχειρήσεων και των εργαζομένων και του μεσο-μακροπρόθεσμου παραγωγικού μετασχηματισμού της ευρωπαϊκής οικονομίας. Το πρώτο επιβάλλει την προώθηση ευρείας κλίμακας μέτρων κρατικών ενισχύσεων. Το δεύτερο απαιτεί φιλόδοξες στρατηγικές προσαρμογής στις νέες προκλήσεις (κλιματική κρίση, ψηφιοποίηση κ.ά.)

Οι δημόσιες επενδύσεις καλούνται σήμερα να συμβάλουν στον παραπάνω στόχο. Έπειτα από πολλά χρόνια δείχνει να διαμορφώνεται ένα νέο θεωρητικό αλλά και πολιτικό consensus που αναγνωρίζει τον σημαίνοντα ρόλο των δημοσίων επενδύσεων στη μόχλευση των ιδιωτικών πόρων, τον επιμερισμό του επιχειρηματικού ρίσκου αλλά και στη δημιουργία νέων αγορών (Mariana Mazzucato).

Ωστόσο, το επενδυτικό κενό που καλούνται να καλύψουν οι δημόσιες επενδύσεις είναι ιδιαίτερα μεγάλο και έχει προκύψει κυρίως για δύο λόγους:

  • πρώτον, την περασμένη δεκαετία της οικονομικής κρίσης ο συνολικός όγκος των δημοσίων επενδύσεων υποχώρησε σημαντικά (ακόμη και σήμερα οι δημόσιες επενδύσεις πανευρωπαϊκά βρίσκονται 15% κάτω από τα πριν την οικονομική κρίση επίπεδα)
  • δεύτερον, η διπλή πρόκληση της «πράσινης» μετάβασης και του ψηφιακού μετασχηματισμού της οικονομίας προϋποθέτει την κινητοποίηση αυξημένων χρηματοδοτικών πόρων. Σημειώνεται ενδεικτικά ότι οι επενδυτικές ανάγκες για την πράσινη και την ψηφιακή μετάβαση εκτιμώνται σε 390 και 125 δις ευρώ κατ’ έτος αντίστοιχα.

Η Ευρωπαϊκή Ένωση προχώρησε στην κορυφαία κίνηση της δημιουργίας του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας. Όμως, η διαθεσιμότητα των πόρων δεν συνεπάγεται και την αποτελεσματική τους αξιοποίηση. Μια σειρά παραγόντων επιδρούν καταλυτικά προκειμένου τα κράτη να επωφεληθούν από τα νέα χρηματοδοτικά εργαλεία που διαμορφώνουν ένα μοναδικά ευνοϊκό χρηματοδοτικό περιβάλλον στα επόμενα έτη, που δεν πρέπει να περάσει αναξιοποίητο. Επιγραμματικά αναφέρουμε:

  • Επιλογή έργων υψηλής προστιθέμενης αξίας που δεν θα υποκαθιστούν άλλες δυνητικές επενδύσεις άλλων πηγών χρηματοδότησης (ΕΣΠΑ, εθνικοί πόροι)
  • Αποτελεσματικός μηχανισμός παραγωγής και ωρίμανσης έργων (μελέτες, αδειοδοτήσεις κλπ.)
  • Ταχείες και διαφανείς διαδικασίες δημοπράτησης έργων και προμηθειών
  • Συνδυασμός των επενδύσεων με τις κατάλληλες μεταρρυθμίσεις που θα μεγιστοποιήσουν την εμβέλεια τους.

Τα παραπάνω έχουν ιδιαίτερη σημασία για την ελληνική οικονομία που ανακάμπτει δυναμικά από τις επιπτώσεις της πανδημίας, κουβαλώντας όμως μαζί τις πληγές της δεκαετούς οικονομικής κρίσης αλλά, και ταυτόχρονα, είναι από τους πλέον ωφελούμενους στην κατανομή των κοινοτικών κονδυλίων. Στο πεδίο των δημοσίων επενδύσεων θα κριθεί σε μεγάλο βαθμό η πορεία της ελληνικής οικονομίας στα επόμενα χρόνια.

Άρθρο του Γενικού Γραμματέα Δημοσίων Επενδύσεων και ΕΣΠΑ στο Υπουργείο Ανάπτυξης και Επενδύσεων, Δημήτρη Σκάλκου.

 

 

 

Μετάβαση στο περιεχόμενο