Η Πολιτική Συνοχής αποτέλεσε διαχρονικά το κύριο εργαλείο της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τον περιορισμό των περιφερειακών ανισοτήτων και την ενίσχυση της οικονομικής αποτελεσματικότητας στις ευρωπαϊκές περιφέρειες. Η χώρα μας στις τελευταίες δεκαετίες ωφελήθηκε πολλαπλώς από τους πόρους της πολιτικής συνοχής. Με την αξιοποίηση των κοινοτικών πόρων αναβαθμίσαμε τις υποδομές μας, εκσυγχρονίσαμε την δημόσια διοίκηση, ενισχύσαμε τις κοινωνικές δομές και στηρίξαμε μεγάλο αριθμό επιχειρηματικών σχεδίων. Η σημερινή Ελλάδα είναι πλέον μια σύγχρονη χώρα και οι κοινοτικές μεταβιβάσεις συνέβαλαν καθοριστικά σε αυτό.
Ωστόσο, πολλά πράγματα θα μπορούσαν να γίνουν διαφορετικά. Οι κοινοτικοί πόροι δεν δεσμεύτηκαν πάντοτε στις ορθές προτεραιότητες και συχνά η εφαρμογή τους παρουσίασε σημαντικό έλλειμμα αποτελεσματικότητας. Ενίοτε οι πόροι των Διαρθρωτικών Ταμείων ενίσχυσαν επενδυτικά σχέδια αμφίβολης αναγκαιότητας και άλλοτε χρησιμοποιήθηκαν ως εργαλείο αντικυκλικής πολιτικής. Κάτι που υπογραμμίζει την αναγκαιότητα διαφύλαξης αυτού του σημαντικού εργαλείου ανάπτυξης για τη χώρα μας (ως πηγή χρηματοδότησης αλλά και ως σωρευμένη διαχειριστική εμπειρία) από τις σκοπιμότητες των πολιτικών ανταγωνισμών.
Δίπλα σε αυτές τις γνωστές διαχειριστικές υστερήσεις της περιφερειακής πολιτικής στο εθνικό επίπεδο, η πολύχρονη οικονομική κρίση προσέθεσε το δικό της βάρος. Και αναμενόμενα, οι συγχρηματοδοτούμενοι πόροι δεν κατόρθωσαν να αντισταθμίσουν την καταστροφή του παραγωγικού δυναμικού και την απαξίωση σημαντικού μέρους των δεξιοτήτων των εργαζομένων. Τα στοιχεία είναι αποκαρδιωτικά. Στον δείκτη σύγκλισης με την Ευρωπαϊκή Ένωση υποχωρήσαμε κατά περίπου πέντε δεκαετίες (σήμερα στο 67% του κοινοτικού μέσου όρου)! Και ο προσεκτικός παρατηρητής θα διαπιστώσει ότι το σύνολο των ελληνικών περιφερειών την περίοδο 2000-2013 απέκλιναν από τον κοινοτικό μέσο όρο. Τέσσερις περιφέρειες μας βρίσκονται ανάμεσα στις είκοσι φτωχότερες της Ε.Ε.
Παράλληλα, ενισχύθηκε η ασυμμετρία ανάμεσα στην Αττική και τις υπόλοιπες περιφέρειες. Ενδεικτικά αναφέρουμε ότι, η Ανατολική Μακεδονία και Θράκη έχει το μισό κατά κεφαλήν εισόδημα από την Αττική. Σήμερα η Ελλάδα κατατάσσεται στην 9η θέση στην περιφερειακή ανισότητα ανάμεσα σε 30 κράτη του ΟΟΣΑ (Regions and Cities At a Glance 2018).
Και βέβαια, περιττεύει να επισημάνουμε το γεγονός πως, ο κόσμος αλλάζει ραγδαία. Και η ελληνική οικονομία αναζητεί τον βηματισμό της στον διεθνή καταμερισμό εργασίας σε ένα περιβάλλον ισχυρών προκλήσεων- τεχνολογικών, περιβαλλοντικών και κοινωνικών. Η προσαρμογή των ελληνικών περιφερειών στις αναδυόμενες συνθήκες θα απαιτήσει ολοκληρωμένο σχέδιο, αποτελεσματική περιφερειακή διακυβέρνηση και αυξημένους χρηματοδοτικούς πόρους.
Η σημασία του γεωγραφικού χώρου ως μοχλός ανάπτυξης ενισχύεται στο σημερινό παγκόσμιο καταμερισμό εργασίας. Η ολοένα αυξανόμενη δυνατότητα των επενδυτικών κεφαλαίων, των επιχειρήσεων και των εργαζομένων να μετακινούνται εκεί όπου εντοπίζουν προσφορότερες δυνατότητες κερδοφορίας και εισοδημάτων, αυξάνει την σημασία των τοπικών περιοχών ως ελκυστικών επενδυτικών προορισμών. Περίπου στις μισές από τις χώρες του ΟΟΣΑ, περισσότερο από το 40% του συνολικού εθνικού ΑΕΠ τους παράγεται σε λιγότερες από το 10% των περιφερειών τους.
Οι πολιτικές για την ανάπτυξη των περιφερειών πρέπει να στοχεύουν στη χωρική συγκέντρωση του κρίσιμου μεγέθους γνώσης, δεξιοτήτων, χρηματοδοτικών πόρων και θεσμικών ρυθμίσεων, ώστε να αναδεικνύονται και να αξιοποιούνται τα ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα των περιοχών ενισχύοντας κατ’ αυτόν τον τρόπο την «επενδυσιμότητά» τους. Όμως οι επτά από τις εννέα περιφέρειες της ΕΕ με τον χαμηλότερο δείκτη επενδύσεων το 2015 ήταν ελληνικές.
Είναι καίριας σημασίας η διάκριση ανάμεσα σε «περιφέρειες χαμηλού εισοδήματος» (low-income regions) και «περιφέρειες με αναπτυξιακή υστέρηση» (lagging regions). Η περιορισμένη αναπτυξιακή δυναμική των δεύτερων ψαλιδίζει τις αναπτυξιακές προοπτικές τους. Υπολογίζεται ότι σε μεσοπρόθεσμο ορίζοντα οι χαμηλού εισοδήματος περιφέρειες των Βαλκανίων και της Ανατολικής Ευρώπης θα μας έχουν ξεπεράσει. Για τον λόγο αυτό η «μαλακή χρηματοδότηση» που προσφέρουν οι συγχρηματοδοτούμενοι πόροι στη χώρα μας οφείλει να ενισχύσει πρώτιστα τον παραγωγικό μετασχηματισμό της οικονομίας στην κατεύθυνση της προώθησης της καινοτομίας στις βασικές αλυσίδες αξίας της οικονομίας μας και την επένδυση στην αναβάθμιση των δεξιοτήτων του ανθρώπινου δυναμικού (upskilling και reskilling), με ειδικότερη έμφαση στην ψηφιακή οικονομία.
Όμως η Ελλάδα παραμένει ουραγός στην ενσωμάτωση της καινοτομίας και της τεχνολογικής ετοιμότητας. Με την εξαίρεση της Αττικής, όλες οι Περιφέρειές μας κατατάσσονται στις τελευταίες είκοσι μία θέσεις στον Ευρωπαϊκό Κατάλογο Περιφερειακής Ανταγωνιστικότητας για το 2016 (ενώ η περιφέρεια Πελοποννήσου βρίσκεται μόλις στην δέκατη θέση ανάμεσα στις ελληνικές περιφέρειες).
Είναι πια καιρός και ευκαιρία ενόψει του σχεδιασμού της νέας προγραμματικής περιόδου 2021-2027 να θέσουμε σε εφαρμογή ένα ολοκληρωμένο σχέδιο με σαφείς προτεραιότητες και άξονες:
- Την αποτελεσματική παρακολούθηση της υλοποίησης της περιφερειακής αναπτυξιακής πολιτικής μας με την εισαγωγή μετρήσιμων δεικτών-στόχων καθώς και την εφαρμογή μοντέλων πρόβλεψης (forecasting) σε περιφερειακό και ενδοπεριφερειακό επίπεδο.
- Τη μετατόπιση της προγραμματικής στόχευσης των ΕΔΕΤ από την περαιτέρω ενίσχυση των φυσικών υποδομών (οδικοί άξονες κλπ.) σε δράσεις που έχουν μεγαλύτερο πολλαπλασιαστή (π.χ. επενδύσεις στο ανθρώπινο κεφάλαιο).
- Χρηματοδοτική ενίσχυση των Περιφερειακών Επιχειρησιακών Προγραμμάτων (ΠΕΠ) με αυξημένους πόρους σε σχέση με τα τομεακά Προγράμματα. Δέσμευση της διάθεσης του ενός τρίτου κατ’ ελάχιστο των διαθέσιμων πόρων του ΕΣΠΑ 2021-2027 στις Περιφέρειες.
- Την μεταφορά αρμοδιοτήτων στις Περιφέρειες και παράλληλα την ουσιαστική ενίσχυση και αναβάθμιση της διαχειριστικής ικανότητας των περιφερειακών αρχών με τεχνογνωσία και καταρτισμένο ανθρώπινο δυναμικό, μέσω αυξημένων πόρων τεχνικής βοήθειας στις περιφερειακές αρχές για τους σκοπούς αυτούς.
- Την κλαδική στόχευση και ενίσχυση των βασικών αλυσίδων αξίας.
Στη διαβούλευση που μόλις ξεκίνησε με το σύνολο των εμπλεκομένων φορέων στο πλαίσιο της κατάρτισης των επιχειρησιακών προγραμμάτων της νέας περιόδου 2021-2027 υπό το συντονισμό του Υπουργείου Ανάπτυξης και Επενδύσεων, στόχος μας είναι η αντιπροσωπευτική αποτύπωση των ουσιαστικών αναγκών της χώρας, με την ενεργή συνεισφορά των πραγματικών ενδιαφερομένων της οικονομίας και της κοινωνίας.
Δεν έχουμε το δικαίωμα να αφήσουμε ανεκμετάλλευτη την παραμικρή δυνατότητα ανάκαμψης της ελληνικής οικονομίας και δεν πρόκειται να την αφήσουμε. Το χρωστάμε στους εαυτούς μας έπειτα από τα πολλά δύσκολα χρόνια που προηγήθηκαν.
Άρθρο του Γενικού Γραμματέα Δημοσίων Επενδύσεων και ΕΣΠΑ Δημήτρη Σκάλκου στην εφημερίδα “Πελοπόννησος”.