“Εξωστρεφείς επιχειρήσεις, ανθεκτική οικονομία”

Του ΔΗΜΗΤΡΗ ΣΚΑΛΚΟΥ

Ζούμε στην εποχή του Μεγάλου Μετασχηματισμού, όπου οι κυρίαρχες δυνάμεις της παγκοσμιοποίησης και της διασύνδεσης ανατρέπουν βίαια παλιές ισορροπίες και οδηγούν σε μία νέα πραγματικότητα που όμως σε αυτή τη φάση είναι δύσκολο να προσδιοριστεί. Οι μεγα-τάσεις της ραγδαίας τεχνολογικής εξέλιξης (ρομποτική, τεχνητή νοημοσύνη) και της κλιματικής κρίσης επιβάλλουν μία μεγάλης έκτασης προσαρμογή στην παραγωγική διαδικασία, αναδιαμορφώνοντας τρόπους παραγωγής και παραγωγικές σχέσεις. Σε αυτό το νέο περιβάλλον κυβερνήσεις και επιχειρήσεις πρέπει να προσαρμοστούν ταχύτατα ώστε να αποφύγουν αναπόδραστες αρνητικές καταστάσεις στην οικονομία.

Η συμμετοχή στις παγκόσμιες αλυσίδες αξίας διευκολύνει την εισαγωγή τεχνολογίας και καινοτομίας και ενισχύει την ανθεκτικότητα των οικονομιών, κάτι που άλλωστε καταδείχτηκε στην κρίση της πανδημίας. Είναι ωστόσο γεγονός ότι η ελληνική οικονομία δεν ενσωματώνει την απαιτούμενη «παραγωγική γνώση» ώστε να βελτιώσει τη θέση της στις παγκόσμιες αλυσίδες αξίας. Δεν παράγουμε δηλαδή αρκετά τεχνολογικώς προηγμένα και επαρκώς διαφοροποιημένα προϊόντα. Στον Δείκτη Οικονομικής Πολυπλοκότητας (Economic Complexity Index 2024), η Ελλάδα καταλαμβάνει την 50η θέση ανάμεσα σε 123 κράτη, ενώ μόλις μία στις έξι εγχώριες επιχειρήσεις συγκαταλέγεται στις «επιχειρήσεις υψηλής ανάπτυξης». Η χώρα μας ανήκει στην κατηγορία των κρατών με μέτριες επιδόσεις ως προς την προώθηση της καινοτομίας (moderate countries), αυτές δηλαδή που αντιστοιχούν στο 70%-100% του μέσου όρου της Ε.Ε. (Regional Innovation Scoreboard 2021). Στις αδυναμίες μας περιλαμβάνονται τα εξαγωγικά προϊόντα μεσαίας και υψηλής τεχνολογίας.

Υπό αυτό το πρίσμα, η ενίσχυση της εξωστρέφειας της οικονομίας είναι πρώτη προτεραιότητα. Αυτό διότι λόγω της συμμετοχής των επιχειρήσεων σε μεγαλύτερες αγορές, καθώς και της έκθεσής τους σε εντονότερο ανταγωνισμό (market size effect), ενισχύεται η τάση τους να καινοτομήσουν. Τα τελευταία χρόνια έχει βελτιωθεί ο δείκτης εξωστρέφειας της χώρας ακολουθώντας την πορεία αύξησης της ανταγωνιστικότητας και της παραγωγικότητας της οικονομίας. Οι εξαγωγές έχουν δεκαπλασιαστεί συγκριτικά με το 2010, ενώ ακόμη περισσότερο σημαντικό είναι ότι το παραγωγικό μοντέλο δείχνει σταδιακά να αλλάζει, με στροφή προς την παραγωγή προϊόντων που ενσωματώνουν τεχνολογία και καινοτομία και μάλιστα σε ποσοστά υψηλότερα από τα αντίστοιχα των άλλων χωρών της νότιας Ευρώπης. Ο κυβερνητικός στόχος της αύξησης των αξίας των εξαγωγών στο 60% και το 70% του ΑΕΠ το 2027 και το 2030 αντίστοιχα είναι απόλυτα εφικτός.

Ωστόσο είναι επιτακτική ανάγκη να πραγματοποιήσουμε ένα μεγάλο άλμα (leapfrogging) που θα καλύψει την απόσταση που μας χωρίζει από τα πλέον προηγμένα κράτη, αλλά κυρίως θα μας επιτρέψει να συμμετάσχουμε με ευνοϊκούς όρους στο νέο παγκόσμιο καταμερισμό εργασίας, θωρακίζοντας την οικονομία μας απέναντι στις αναδυόμενες προκλήσεις.

Οι πολιτικές που θα προωθήσουν τον παραγωγικό μετασχηματισμό της οικονομίας μας, ενδυναμώνοντας τον εξωστρεφή χαρακτήρα της, συνδέονται με το λεγόμενο «έξυπνο κράτος» και περιλαμβάνουν την ενίσχυση της Έρευνας & Ανάπτυξης και τη διασύνδεσή της με τις επιχειρήσεις, την ενίσχυση της ρευστότητας και τη βελτίωση της χρηματοδότησης των επιχειρήσεων, τις στοχευμένες κλαδικές δράσεις, τις δεξιότητες των εργαζομένων (δεν μπορούμε να μιλάμε για Βιομηχανία 4.0 χωρίς Εργασία 4.0).

Είναι βέβαια αυτονόητο ότι τα παραπάνω δεν μπορούν να επιτευχθούν χωρίς αυξημένες δημόσιες επενδύσεις. Και είναι αναντίρρητο πλεονέκτημα ότι σήμερα η ελληνική οικονομία διαθέτει σημαντικά χρηματοδοτικά εργαλεία, κύρια το νέο ΕΣΠΑ 2021-2027 και το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, τα οποία ήδη αξιοποιούνται με πρώτο στόχο την πράσινη και την ψηφιακή μετάβαση.

Ιδιαίτερη αναφορά πρέπει να γίνει στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις. Μεγάλο μέρος της απαιτούμενης προσαρμογής της οικονομίας συναρτάται από το βαθμό ανταπόκρισης των μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων στο νέο περιβάλλον. Για παράδειγμα, είναι κρίσιμη η λειτουργία τους στην πράσινη μετάβαση καθώς οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις είναι υπεύθυνες για το 40% των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου. Και είναι ενδεικτικό ότι μόλις το 17% των μικρομεσαίων επιχειρήσεων ψηφιοποιούν βασικές λειτουργίες τους, σε αντίθεση με το 54% των μεγάλων επιχειρήσεων.

Στο νέο Εταιρικό Σύμφωνο Περιφερειακής Ανάπτυξης (ΕΣΠΑ) για την προγραμματική περίοδο 2021-2027, η ενδυνάμωση του οικοσυστήματος έρευνας και καινοτομίας αποτελεί μία από τις βασικές μας προτεραιότητες, καθώς η χώρα μας παρουσιάζει σημαντικά περιθώρια βελτίωσης. Στο νέο Πρόγραμμα Ανταγωνιστικότητας, τα νέα Περιφερειακά Προγράμματα (ΠεΠ) και το Πρόγραμμα της Δίκαιης Αναπτυξιακής Μετάβασης (ΔΑΜ), στο στόχο της ενίσχυσης της καινοτομίας προβλέπεται να διατεθούν πόροι που ξεπερνούν τα 1,4 δις ευρώ. Οι πόροι αυτοί θα δεσμευτούν σε δράσεις για τον πράσινο και ψηφιακό μετασχηματισμό των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, την ενίσχυση του εξωστρεφούς προσανατολισμού τους, τις συνέργειες μεταξύ τους (clustering), την αναβάθμιση των δεξιοτήτων του ανθρώπινου δυναμικού.

Συνολικά, στο νέο ΕΣΠΑ 2021-2027 πρόκειται να κινητοποιηθούν πόροι συνολικού ύψους 4,5 δις ευρώ. Ακολουθώντας την ευρωπαϊκή αρχή της «προτεραιότητας στις μικρές επιχειρήσεις», δεσμεύουμε τους διαθέσιμους πόρους σε τρεις άξονες:
– την ψηφιακή και πράσινη αναβάθμισή τους, την ενίσχυση των μεταξύ τους συνεργειών (clustering), τη μεγέθυνσή τους (scaling up), την εισαγωγή καινοτομίας,
– την αναβάθμιση των δεξιοτήτων των εργαζομένων τους (ενδο-επιχειρησιακή κατάρτιση),
– την αποτελεσματική αξιοποίηση των χρηματοδοτικών εργαλείων (εγγυοδοσία, κεφάλαια συν-επένδυσης, factoring, κ.ά.) με περαιτέρω ενεργοποίηση της Ελληνικής Αναπτυξιακής Τράπεζας.

Συνοψίζοντας, η ετοιμότητα των επιχειρήσεων να προσαρμοστούν στο μεταβαλλόμενο περιβάλλον μέσω των κατάλληλων δημόσιων χρηματοδοτήσεων θα ενισχύσει την εξωστρέφεια της ελληνικής οικονομίας, συμβάλλοντας στην ανθεκτικότητά της.

* Άρθρο του Γενικού Γραμματέα Δημοσίων Επενδύσεων και ΕΣΠΑ στο “BHMA” (30/6/2024)

Μετάβαση στο περιεχόμενο