Του ΔΗΜΗΤΡΗ ΣΚΑΛΚΟΥ
Η χώρα μας προγραμματίζει στα επόμενα χρόνια να υλοποιήσει το μεγαλύτερο πρόγραμμα δημοσίων επενδύσεων της τελευταίας δεκαπενταετίας. Επωφελούμενη τα μέγιστα στην κατανομή των κονδυλίων του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας και του νέου ΕΣΠΑ 2021-2027 ανάμεσα στα κράτη-μέλη της Ε.Ε., η Ελλάδα με την αποτελεσματική αξιοποίηση των κοινοτικών πόρων είναι σε θέση να καλύψει το επενδυτικό κενό της ελληνικής οικονομίας, όπως προέκυψε κύρια στα χρόνια της οικονομικής κρίσης. Η επίτευξη αυτού του στόχου προϋποθέτει την αντιμετώπιση τριών σημαντικών προκλήσεων:
Πρώτον, με την ολοκλήρωση του Σχεδίου Ελλάδα 2.0 στα τέλη του 2026 φαίνεται να δημιουργείται ένα σημαντικό χρηματοδοτικό κενό για τη κάλυψη στρατηγικών επενδύσεων. Είναι κρίσιμο να διατηρήσουμε σταθερό το ποσοστό της δημόσιας χρηματοδότησης.
Δεύτερον, παράλληλα με την υλοποίηση αυξημένου αριθμού έργων, αναμενόμενα αυξάνονται και τα κόστη συντήρησής τους. Είναι κρίσιμο οι δαπάνες συντήρησης να ενσωματώνονται στον προϋπολογισμό των έργων ώστε να διασφαλίζεται η βιωσιμότητα της επένδυσης. Και βέβαια, δεν μπορούμε να αγνοούμε την ύπαρξη του «λευκού ελέφαντα», δηλαδή εκείνων των έργων που το κόστος συντήρησής τους ξεπερνά τη χρησιμότητά τους.
Τρίτον, η κλιματική κρίση και οι συνακόλουθες φυσικές καταστροφές οδηγούν σε σημαντική, απρόβλεπτη και συνεχώς αυξανόμενη δημοσιονομική επιβάρυνση. Από τη δεκαετία του 1970 ο αριθμός των φυσικών καταστροφών διεθνώς έχει τετραπλασιαστεί, ενώ σε ορίζοντα δεκαετίας οι ακραίες καιρικές συνθήκες αποτελούν την πρώτη πηγή ανησυχίας (Global Risk Report, World Economic Forum, 2024). Ακόμη χειρότερα, στις περισσότερο ευάλωτες χώρες της Μεσογείου η οικονομική ζημία λόγω των φυσικών καταστροφών υπολογίζεται σε 1% του ΑΕΠ. Στη χώρα μας την περίοδο 2020-2022 εντάχθηκαν στο Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων έργα προϋπολογισμού μεγαλύτερου των δύο δις ευρώ. Αυτονόητα θα πρέπει να υλοποιηθούν δημόσιες επενδύσεις που ενισχύουν την ανθεκτικότητα των υποδομών, καθώς υπολογίζεται ότι κάθε ένα ευρώ για την πρόληψη εξοικονομεί δέκα ευρώ στην αποκατάσταση.
Σύμφωνα με παλαιότερη μελέτη του ΔΝΤ, περίπου το ένα τρίτο των δεσμευμένων πόρων των έργων υποδομών χάνεται στις διάφορες φάσεις της διαδικασίας προγραμματισμού, παραγωγής και υλοποίησής τους (Making Public Investment More Efficient, IMF, 2015). Είναι λοιπόν αντιληπτό ότι απαιτείται βελτίωση σε όλα τα στάδια επιλογής, υλοποίησης αλλά και του συστήματος διακυβέρνησης των δημοσίων επενδύσεων. Στην επισκόπηση που έκανε το ΔΝΤ, με την εφαρμογή του εργαλείου της αξιολόγησης της διαχείρισης των δημοσίων επενδύσεων (Public Investment Management Assessment-PIMA), η χώρα μας συγκεντρώνει υψηλή αξιολόγηση στα περισσότερα κριτήρια. Προχωρούμε δε περαιτέρω με τη θεσμική θωράκιση του συστήματος διαχείρισης και παρακολούθησης των δημοσίων επενδύσεων (με τον υπό κατάρτιση νέο νόμο για το ΠΔΕ) και με τη λειτουργία νέων διαχειριστικών εργαλείων και πληροφοριακών συστημάτων.
Με όχημα την αξιοποίηση των δημοσίων επενδύσεων, η χώρα μας συνεχίζει να βαδίζει σταθερά στο δρόμο της βιώσιμης ανάπτυξης, προδιαγράφοντας ένα νέο, μακροχρόνιο, ενάρετο οικονομικό κύκλο.
*Άρθρο του Γενικού Γραμματέα Δημοσίων Επενδύσεων και ΕΣΠΑ στην εφημερίδα “Το Βήμα” (14/4/2024)