Η ευρωπαϊκή απάντηση στις φυσικές καταστροφές

Η κλιματική κρίση πέρα από τις αρνητικές επιπτώσεις της στο ανθρωπογενές και το φυσικό περιβάλλον, ασκεί σημαντική πίεση στα δημόσια οικονομικά προκαλώντας δημοσιονομική επιβάρυνση και στερώντας την οικονομία από επενδυτικούς πόρους. Στα πεδία της ενίσχυσης της ανθεκτικότητας των οικονομιών και των κοινωνιών, της διαχείρισης των κρίσεων, της αποκατάστασης των φυσικών καταστροφών και της αποζημίωσης (αρωγής) στους πληγέντες, απαιτούνται ολοένα αυξανόμενοι χρηματοδοτικοί πόροι. Από τη δεκαετία του 1970 έως σήμερα ο αριθμός των φυσικών καταστροφών έχει τετραπλασιαστεί.

Η απάντηση στην πρόκληση των φυσικών καταστροφών απαιτεί συλλογική ευρωπαϊκή δράση, καθώς υπερβαίνει τις δυνατότητες των μεμονωμένων κρατών-μελών της. Η κλιματική κρίση πλήττει ανισομερώς (αν και όλα) τα κράτη-μέλη, διευρύνοντας τις ανισότητες και βαρύνοντας δυσανάλογα τα δημόσια οικονομικά.

Οι πρόσφατες καταστροφικές πλημμύρες στη Θεσσαλία και τη Στερεά Ελλάδα, αλλά και οι πυρκαγιές στον Έβρο, επαναβεβαίωσαν την αλληλεγγύη των εταίρων στην Ελλάδα όπως και σε κάθε άλλη δοκιμαζόμενη χώρα. Ταυτόχρονα, όμως, ανέδειξαν τους περιορισμούς του ισχύοντος πλαισίου. Πρώτον, το υφιστάμενο Ταμείο Αλληλεγγύης αδυνατεί να παρακολουθήσει το νέο περιβάλλον. Είναι ενδεικτικό ότι την περίοδο 2006-2023 η χώρα μας σε σύνολο αιτημάτων ύψους 5,2 δις ευρώ έλαβε συνολικές αποζημιώσεις μόλις 161 εκατ. ευρώ (αντίστοιχες ήταν οι κατανομές στα άλλα κράτη-μέλη). Οι δε επιλεξιμότητες του Ταμείου αφορούν μόνο δημόσιες υποδομές και όχι αρωγή προς επιχειρήσεις και νοικοκυριά. Είναι αναγκαίο να προχωρήσουμε στη δημιουργία ενός νέου Ταμείου/ μηχανισμού για την άμεση και αναλογική αποζημίωση των φυσικών καταστροφών. Ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης ήδη ανέδειξε το ζήτημα επισημαίνοντας ότι οι λύσεις πρέπει να αναζητηθούν «έξω από το κουτί».     

Δεύτερον, η συμβολή της Πολιτικής Συνοχής είναι, όπως και στην πανδημία, καθοριστική (αν και η υψηλή απορρόφηση δεν αφήνει παρά ελάχιστους αδιάθετους πόρους). Ωστόσο, η εμβέλεια της κινητοποίησης των πόρων της Πολιτικής Συνοχής περιορίζεται από το ασφυκτικό κανονιστικό της πλαίσιο. Απαιτείται μία γενναία απλούστευση τόσο στο σχεδιασμό όσο και στην εφαρμογή των Προγραμμάτων. Ακόμη, στο βαθμό που η Πολιτική Συνοχής είναι η κατεξοχήν ευρωπαϊκή πολιτική με χωρική/τοπική διάσταση θα ήταν χρήσιμο η συζήτηση που ήδη ξεκίνησε για το μέλλον της μετά το 2027 να εμπλουτιστεί με το ενδεχόμενο τα (όποια) νέα εργαλεία για την αντιμετώπιση των φυσικών καταστροφών  να αποτελέσουν συστατικό εργαλείο των μελλοντικών Προγραμμάτων.

Συνοψίζοντας τα παραπάνω, απουσιάζει από τον κοινοτικό σχεδιασμό μία ολοκληρωμένη πολιτική διαχείρισης των φυσικών καταστροφών που θα συμπληρώσει τις περισσότερο στοχευμένες και φιλόδοξες ευρωπαϊκές πολιτικές προσαρμογής στην κλιματική αλλαγή. Και σίγουρα δεν υπάρχει χρόνος για χάσιμο. 

 

 

Άρθρο του Δημήτρη Σκάλκου, Γενικού Γραμματέα Δημοσίων Επενδύσεων και ΕΣΠΑ στο Υπουργείο Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, στην εφημερίδα “Τα Νέα”  (30/09/2023)

Μετάβαση στο περιεχόμενο